Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Η Κριτική μου "Απαγορευτικό" Μιχάλης Κατσιμπαρδης Εκδόσεις Άνεμος Εκδοτική - Γράφει η Γεωργία Ρετετακου

 


Τον Μιχάλη Κατσιμπαρδη τον γνώρισα μέσα από τα βιβλίο του Δύο Χειμώνες και ούτε ένα Καλοκαίρι και Στα μούτρα σου που κυκλοφορούν και αυτά από την Άνεμος Εκδοτική. Και στα δύο βιβλία μου έκανε εντύπωση η ξεχωριστή αποτύπωση εικόνων και συναισθημάτων, αλλά και το είδος της θεματολογίας που σε κάθε βιβλίο είναι εντελώς διαφορετική. Σε αυτό όμως το τρίτο βιβλίο του το Απαγορευτικό ξεφεύγει εντελώς από τα τετριμμένα γενικά της Ελληνικής Λογοτεχνίας παρουσιάζοντας μας ένα βιβλίο που τα έχει όλα. Ξεχωριστά, μοναδικά και καθαρόαιμα. Είναι ένα βιβλίο προσωπικής αναζήτησης και παράλληλα ένα μυθιστόρημα που μας αγγίζει όλους κάνοντας τους προβληματισμούς του πρωταγωνιστή και των ανθρώπων που θα βρεθούν κοντά του, φυσικά ή νοερά, δικούς μας προβληματισμούς και κυρίως μια αφετηρία για να φτάσουμε στην ουσία της ύπαρξής μας.

Ο Στέφανος είναι το κεντρικό πρόσωπο της ιστορίας μας. Σε μια επιτακτική και αναγκαία παρόρμηση να επισκεφτεί το Άγιον Όρος θα φτάσει στην Ουρανούπολη μαζί με τον φίλο του τον Σταύρο τον οποίο αποκαλεί Λεβιάθαν (μην προσπεράσετε το προσωνύμιο γιατί θα σας οδηγήσει στην πηγή της αλήθειας και του πρωταγωνιστή αλλά και του κειμένου γενικότερα). 

Το Απαγορευτικό που θα εκδοθεί λόγω των κακών καιρικών συνθηκών θα εγκλωβίσει τον Στέφανο σε ένα καφενείο στην Ουρανούπολη, στο οποίο θα βρεθεί ανάμεσα σε ετερόκλητους ανθρώπους ξεκινώντας ένα ταξίδι επαναπροσέγγισης του ίδιου του ,του εαυτού που θα εξελιχθεί σε μια κόντρα με όλα αυτά που είναι τα αγκάθια της δικιάς του ζωής. Ή μήπως όχι μόνο της δικής του ζωής; 

Η αφήγηση κινείται ανάμεσα στο παρελθόν της παιδικής του ηλικίας που την στιγματίζει και την καθορίζει η εγκατάλειψη του από τους δύο του γονείς, που φεύγουν μετανάστες, ρίχνοντας μαύρη πέτρα πίσω τους. Αλλά και η καθοριστική και απαράμιλλη αγάπη της γιαγιάς του που στέκεται βράχος δίπλα του προσπαθώντας να καλύψει το κενό και να μαλακώσει κυρίως το συναίσθημα της απόρριψης και της εγκατάλειψης. 

Το παρόν της αφήγησης έχει να κάνει τόσο με την αγωνία του Στέφανου να περάσει απέναντι στο Αγ. Όρος όσο και με τις εξαιρετικές συζητήσεις μέσα στο καφενείο που σαν αλυσίδα ξυπνάνε το ένα ερώτημα μετά το άλλο δίνοντας στην ιστορία ένα ιδιαίτερο χρώμα διαλεκτικής σύγκρουσης με ουσία που μας οδηγεί σε αλήθειες ωμές, σε αληθειες που ενοχλούν, σε αλήθειες που δίνουν άλλο χρώμα και άλλη σημασιολογία σε κάθε προηγούμενη σκέψη, αλλά και σε δεδομένα που θεωρούνται απαραβατα και απαγορευτικά όχι μόνο να τα αγγίξεις, αλλά να καταφέρεις και να τα αλλάξεις.

Ο συγγραφέας καταφέρνει με μια φράση, ακόμα και με μια λέξη να αλλάξει το ύφος της αφήγησης και να ξεγυμνώσει τα πραγματικά ή παραπλανητικά συναισθήματα. Να αλλάξει τρόπο σκέψης και προσέγγισης πραγμάτων που πολλές φορές τα βλέπουμε λάθος ή όχι με την σωστή τους διάσταση. Πράγματα που τα βλέπουμε με μια αυθαίρετη βεβαιότητα που όμως καταλήγουν να γίνουν μια συντριβή της ψευδαίσθησης μας όταν γίνει ορατή η πραγματικότητα τους.

Το κοσμικό και το θρησκευτικό στοιχείο έρχονται σε σύγκρουση μέσα από έναν φιλοσοφικό και στοχαστικό χαρακτήρα αναδεικνύοντας τον πλουραλισμό της ανθρώπινης σκέψης, αλλά και τις αγκυλώσεις που μας απαγορεύουν να αγγίξουμε πράγματα που θεωρούμε πως δεν έχουμε την δικαιοδοσία να τα αγγίξουμε γιατί δεν πρέπει. Ούτε να τα αλλάξουμε γιατί δεν έχουμε πρόσβαση σε κάτι που αξιωματικά δεν αλλάζει.

Οι συγκρουσιακή σχέση ανάμεσα στις ανάγκες και στις επιθυμίες. Η δύναμη της λογικής απεναντι στην δύναμη της παρόρμησης. Τα μεγάλα ναι και τα μεγάλα όχι που καθορίζουν ζωές, βάζοντας στην άκρη τα ίσως που κρατάνε μετέωρο σε αποφάσεις τον άνθρωπο κρατώντας τον δέσμιο στα αδιέξοδα του.

Ο συγγραφέας μέσα από τον πρωταγωνιστή του μπερδεύει το πιθανό και το πραγματικό. Το παραπλανητικό και το αδιευκρίνιστο για να ξεχωρίσει μοναδικά το αληθινό από το ψεύτικο. Το αυθεντικό από το κίβδηλο.


Το Απαγορευτικό είναι ένα μυθιστόρημα συγκλονιστικό κατά την άποψη μου. Ένα μυθιστόρημα που σε καθυποτάσει στην ιδιαίτερη ατμόσφαιρα του και σε παρασέρνει σε ένα ταξίδι αναζήτησης μέσα από μια αφήγηση χείμαρρο. Είτε αυτή έχει να κάνει με την αφήγηση στο παρελθόν του πρωταγωνιστή ειτε με την αφήγηση στο παρόν. 

Είναι ένα μυθιστόρημα για όλα εκείνα τα φανερά και αδιόρατα απαγορευτικά που κρατάνε δέσμιο τον άνθρωπο απέναντι στις έκδηλες ή κρυφές επιθυμίες του. Για ολα αυτά τα απαγορευτικά που δεν αφήνουν τον νου και την σκέψη να έχει τον δικό της τρόπο να αγγίξει τα απλησίαστα και απαραβίαστα σύνορα κάποιων σκεβρωμενων αντιλήψεων. 

Η ανταριασμενη ψυχή του κεντρικού ήρωα αντιπαραβάλλεται διαρκώς με την ανταριασμενη ατμόσφαιρα που έχει δημιουργήσει η κακοκαιρία που σφυροκοπά την Ουρανούπολη αλλά και τις ανταριασμενες  σκέψεις και αποψεις των συνδαιτυμόνων του  καφενείου που επιφορτίζονται διαρκώς από νέες εντάσεις μέσα από συζητήσεις που οδηγούν κατευθείαν στις μυχιες σκέψεις όλων μας. Σε αυτό το βιβλίο τα απαγορευτικά και τα άβατα σπάνε με έναν τρόπο εξαιρετικά διεισδυτικό με μια μέθοδο εντελώς πρότυπη που οδηγεί κατευθείαν στην ανθρώπινη υπόσταση και την ύλη της. Και με μια ανατροπή που για μένα είναι μια από τις πιο ξεχωριστές που έχω διαβάσει σε βιβλίο.

Όλη η αλήθεια της ανατροπής στο τέλος φαίνεται σε αρκετά σημεία αλλά κυρίως από αυτή την παράγραφο.

«Ο άνθρωπος είναι γεμάτος χάσματα, παιδί μου. Αυτός που είναι κι αυτός που θα ήθελε να είναι, αυτός που βλέπουν οι άλλοι κι αυτός που βλέπει ο ίδιος, αυτός που θέλει και ο άλλος εαυτός που μπορεί», είπε ο Φιλόθεος και το βλέμμα του στυλώθηκε στις φθαρμένες μύτες των παπουτσιών του.


Πολλά βιβλία σε κάνουν να σκέφτεσαι, να νιώθεις, να αλλάζεις. Να γίνεσαι ένα με αυτά με την μία. Αυτό σε αγκαλιαζει σιγά σιγά μέχρι που ξαφνικά σε καταπίνει στην δίνη του φερνοντας σε μπροστά στις αλήθειες των άλλων που δεν έχεις κατορθώσει να δεις απλά και μόνο γιατί έμαθες να κοιτάς τα πάντα επιφανειακά και με πρότυπο την δικιά σου εικόνα για τα πράγματα ή για τους άλλους. 

Οταν κατανοείς το βάθος της άγνοιας απέναντι στα βιώματα του άλλου, απέναντι στα ερεθίσματα, τις προσωπικές του επιλογές απέναντι στην φυγή, στον θάνατο απέναντι στην απώλεια αλλά και απέναντι στην μοναξιά του.  Όταν κατανοείς τον λόγο που κάποια βιβλία είναι τόσο συγκλονιστικά στο κρεσεντο της εξέλιξης τους και όταν τελικά αυτά καταφέρνουν να σε ξεκαλουπωσουν για τις εκδοχές της ίδιας της ζωής και των ανθρώπων που έχεις γύρω σου νιώθεις την ανάγκη να υποκλιθείς απέναντι κυρίως στον πολυμορφικό ήρωα που έφτιαξε ένας συγγραφέας για να αποδείξει όλες τις εκφάνσεις της ζωής ,της σκέψης και της διαμόρφωσης μιας εικόνας που φτιάχνουμε λανθασμένα για τους ανθρώπους. 

Καταφέρνει να ανατρέψει όλη την υπόσταση που κουβαλά ένας άνθρωπος γυρνώντας τούμπα τον τρόπο που ο καθένας μας αντικρύζει της αλήθειες του άλλου και του εαυτου μας του ίδιου ακόμα. Καταφέρνει με μια περίτεχνη δολιοφθορά ακόμα και του ίδιου του μυαλού μας, να αναδείξει ανατρεπτικά τον "Ανθρωπο" σε όλο το αληθινό του μεγαλείο και ψυχής και σώματος.

Για μένα είναι ένα από εκείνα τα βιβλία που κάνουν τον αναγνώστη να σκεφτεί και παράλληλα να φανταστεί. Να φανταστεί μεσα από ανατροπές που περιπαίζουν ακόμα και την ελάχιστη σιγουριά του. Ενα μυθιστόρημα που έχει διφορούμενες αληθειες και παράλληλα μοναδικές διαπιστώσεις. Ένα βιβλίο που μπορεί να διαβαστεί ξανά και ξανά και να αφήσει μια διαφορετική επιγευση κάθε φορά για ένα και μοναδικό λόγο. Επειδή ο κεντρικός ήρωας είναι κάποιος που βρίσκεται δίπλα μας αλλά παράλληλα μακριά μας, γιατί δεν ακούμε την κραυγή του. Γιατί δεν την ακούμε; Γιατί απλά δεν τον βλέπουμε. Και γιατί δεν τον βλέπουμε; γιατί απλά κοιτάζουμε σε λάθος κατεύθυνση. Όταν κοιτάξουμε σωστά και αφουγκραστουμε σωστα χρησιμοποιώντας όμως τις αισθήσεις της ψυχής μας και της διαίσθηση μας θα νιώσουμε όλο το μεγαλείο που κρύβεται πίσω από την ύπαρξη του κάθε ανθρώπου που βρίσκεται γύρω μας και έχει βάλει ένα  απαγορευτικο συρματόπλεγμα που τον κυκλώνει, επειδή κανείς δεν μπορεί να τον πλησιάσει έτσι όπως πρέπει για να τον καταλάβει πραγματικά. Και να καταφέρει τελικά να τον αγκαλιάσει 


Το βιβλίο είναι μια άκρως ανόθευτη και καθαρια κατάθεση ψυχής από τον συγγραφέα που πρέπει να διαβαστεί. Γιατί θέτει πολλά ζητήματα που μας απασχολούν με έναν τρόπο που δίνει πολύπλευρες και σφαιρικές απαντήσεις μέσα από εντελώς διαφορετικούς ανθρώπους και μέσα από εντελώς διαφορετικές αντιλήψεις.

Το βιβλίο κυκλοφορεί από την Άνεμος Εκδοτική

Το βίντεο με κάποια αποσπάσματα από το βιβλίο 


Και το επεισόδιο σε Podcast 

Παρακάτω σας παραθέτω μερικά απόσπασμα από το βιβλίο

Είχε μεγάλο δίκιο. Ποτέ δεν κατόρθωσα ούτε θέλησα, για να 'μαι ειλικρινής- να ξεπεράσω αυτή την παράλογη και οδυνηρή μετατροπή της επιθυμίας μου σε ανάγκη. Η αξίωση να περάσει πάντα το δικό μου ήταν πολύ βασανιστική και για μένα, γιατί έπνιγα το ανικανοποίητο «εγώ» μου σε μια σκοτεινή άβυσσο, αλλά και για τους γύρω μου γιατί τους ταλαιπωρούσα με την απαιτητική ιδιοτροπία μου.
Κάποτε σ' έναν τσακωμό μας του είπα με κακεντρέχεια ότι κάποιες φορές συγχωράει προσποιητά τις αδυναμίες μου, βοηθώντας με τάχα να τις διορθώσω, ώστε μετά από θέση ισχύος να μου φανεί σπουδαίος, απαραίτητος και αναγκαίος. Δεν μου απάντησε, μακάρι να το έκανε, μακάρι να μου ανταπέδιδε την κακία. Απλά με κοίταξε μ' εκείνο το βλέμμα της κατάπληξης που έχουν οι άνθρωποι όταν αδικούνται από αγαπημένο πρόσωπο. Τον πρόσβαλα και φορτώθηκα με τύψεις. Αυτός ο άνθρωπος έχει έναν ιδιαίτερο τρόπο να διαφωνεί μαζί σου και το κάνει επιχειρηματολογώντας πάντα με ατράνταχτους συλλογισμούς, δίχως να σε πληγώνει ή να σε απορρίπτει. Είναι προνόμιο μια τέτοια γενναιόδωρη και αξιοπρεπής συμπεριφορά και την εκτιμούσα ιδιαίτερα, αν και ο εγωισμός μου δεν μου επέτρεπε να του την αναγνωρίσω με λόγια. Ανέκαθεν θαύμαζα την ωμή ειλικρίνεια, γι' αυτό έτρεφα καχυποψία για δυο κατηγορίες ανθρώπων: με όσους συμφωνούσαν πάντοτε μαζί μου και με όσους διαρκώς διαφωνούσαν. Τους θεωρούσα υπόπτους και ιδιοτελείς και τους δυο. Ο Λεβιάθαν, ωστόσο, κρατούσε πάντα μια ντόμπρα και τίμια στάση. Θα συμφωνούσε μαζί μου αν διαπίστωνε ότι είχα δίκιο αναγνωρίζοντας αμέσως το λάθος του ή σε άλλη περίπτωση θα διαφωνούσε κάθετα επιμένοντας στην ορθή λογική του, χωρίς όμως ούτε να με προσβάλει ούτε να με ακυρώσει, συμπληρώνοντας ότι η διαφορετική μου άποψη είναι μια άλλη, μια πιθανή εναλλακτική θέση.


Στον ουρανό των προσδοκιών μου ήταν να αντιληφθούν το λάθος τους και έστω την ύστατη στιγμή να με πάρουν κοντά τους. Μάταια το περίμενα. Αισθανόμουν ότι φεύγοντας ψαλίδιζαν τα φτερά μου. Οι σκέψεις μου κλωθογύριζαν μέσα στο μυαλό μου, σαν τον περιηγητή που είχε χάσει τον δρόμο του. Με πρόδωσαν, ναι, αυτή ήταν η λέξη. Με πρόδωσαν και η προδοσία σημαίνει οριστική ρήξη. Δεν επουλώνεται εύκολα μία σχέση μετά από κάτι τέτοιο. Αυτό που λογαριάζει για προδοσία ένα παιδί είναι η διαπίστωση ότι για τους γονείς του παύει να είναι η πρώτη τους προτεραιότητα. Ήμουν παιδί και είχα ανάγκη την παντοτινή παρουσία τους στη ζωή μου, τη φυσική τους παρουσία. Στην εξίσωση του μυαλού μου δεν υπήρχε ούτε μία παράμετρος που να με προετοίμαζε για την απουσία τους από την καθημερινότητά μου. Οι γονείς δεν μου ήταν απλώς χρήσιμοι, μου ήταν απολύτως αναγκαίοι και αυτό, από τότε και στο εξής, δεν θα συνέβαινε.
Θα έπρεπε, επιπλέον, ν' αντιμετωπίσω έναν σκιώδη εχθρό, την ενοχή. Στο βάθος του μυαλού μου εγώ έφταιγα για την εγκατάλειψη, εγώ την προκάλεσα Αγνοούσα τότε τον μηχανισμό που μετατρέπει τη θλίψη που σου προκαλεί ο άλλος σε προσωπικές τύψεις. Άργησα πολύ να καταλάβω ότι η αυτοενοχοποίηση είνναι συχνά το καταφύγιο του προδομένου ανθρώπου. Όταν κάποτε το συνειδητοποίησα, επιτέλους λυτρώθηκα.


Επένδυσα πολλά στην αυτάρκειά μου χωρίς να αντιληφθώ ότι τα υλικά με τα οποία διάλεξα να τη χτίσω ήταν λειψά και ευτελή. Περιφρόνησα την ανάγκη του άλλου, θέριεψα μέσα στο μυαλό μου τις ικανότητές μου, αγνόησα το παιδί που κρυβόταν μέσα μου. Η ζωή απαιτεί ευθύγραμμη πλεύση κι εγώ την υπονόμευα, γιατί η βάρκα μου είχε μπατάρει μονόπλευρα και σ' αυτό δεν έφταιγε ο στραβός γιαλός, αλλά το δικό μου αρμένισμα. Αν δεν μου ταίριαζαν οι γύρω μου, θα έπρεπε να βρω λύσεις για να ζήσω μαζί τους. Το πρώτο βήμα ήταν να παραδεχτώ τα λάθη μου και τις εμμονές μου, να διώξω τη ριζωμένη βαθιά μέσα μου μιζέρια και να ζήσω. Τους όρους που θέτει η ζωή για να την απολαύσουμε δεν τους βάζουμε εμείς, μας τους επιβάλλουν οι συνθήκες και σ' αυτές τις συνθήκες πρωταρχική θέση κατέχουν οι άλλοι μ' αυτούς έπρεπε να συμβιώσω, με αυτούς να μετρηθώ και κάποιους να διαλέξω για συνοδοιπόρους. Σ' αυτή τη βάρκα που επέβαινα έπρεπε να λύσω τα πανιά της μεμψιμοιρίας και της ματαιοδοξίας μου και να συμπλεύσω διαλέγοντας συντρόφους. Αυτό εξάλλου είναι η ζωή, το σύνολο των επιλογών μας, καλά τα έλεγε ο Καμύ.


Δεν ταράχτηκα μ' αυτό που συνέβαινε. Δεν με σόκαραν ούτε με απωθούσαν οι άνθρωποι σαν τον Ηλία που λένε αφιλτράριστα τις αλήθειες και τις κρίσεις τους, φόρα παρτίδα στους άλλους. Απεναντίας, τους υπολογίζω και κρυφά τους θαυμάζω, ίσως γιατί θα ευχόμουν να ήμουν κι εγώ ένας απ' αυτούς. Θα ήθελα πολύ να τολμούσα ν' ανοίγω το στόμα μου δίχως να πνίγομαι μέσα σε ενδοιασμούς και δισταγμούς. Τις περισσότερες φορές, οι άνθρωποι που οργίζονται επιλέγουν συννειδητά τη σιωπή, ίσως γιατί οι λέξεις της οργής ευθυγραμμίζονται με την ωμή αλήθεια κι αυτό δεν αντέχεται πάντα. Είναι απίθανες οι επινοήσεις που σκαρφιζόμαστε εμείς οι άνθρωποι για ν' αποφύγουμε να πούμε ίσα και σταράτα αυτό που σκεφτόμαστε για τους άλλους. Ζυγίζουμε χίλια δυο πράγματα, μένουμε άτολμοι και υποκριτές, και τελικά προτιμούμε να ζούμε μέσα στο ψέμα, την κολακεία και την αυταπάτη, αρνούμε να τελικά να έρθουμε ενώπιος ενωπίω ακόμα και με τον ίδιο μας τον εαυτό. Το ψέμα τελικά είναι πιο βολικό, πιο χρήσιμο και ίσως πιο πιστευτό από την αλήθεια.

Σχόλια

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Η Κριτική μου "Το κορίτσι με το σαλιγκάρι" Πηνελόπη Κουρτζή - Γράφει η Γεωργία Ρετετάκου

 Μια Μοναδική εποχή. Ένα Παγκόσμιο φαινόμενο που καθόρισε ζωές, αξίες, αντιλήψεις και δημιούργησε ένα πρωτότυπο άβατο στην Ελληνική κοινωνία στα τέλη της δεκαετίας του 60 και στην δεκαετία του 70, αποτελεί το κεντρικό θέμα του τελευταίου μυθιστορήματος της Πηνελόπης Κουρτζή "Το κορίτσι με το σαλιγκάρι." Με φόντο την παραλία των Ματάλων στην Κρήτη παρακολουθούμε μια ιστορία γεμάτη ένταση, ανατροπές και κυρίως μεταστροφές. Μέσα από την προσέγγιση μιας ζωής που μοιάζει ανοίκεια, αλλά μετατρέπεται σε έναν κόσμο που αλλάζει μέσα από την επαφή με την φύση, την θάλασσα, τον πρωτόγονο τρόπο ζωής και την πραγματική επαφή με τους ανθρώπους.  Η Υπατία είναι μια γυναίκα εύθραυστη, μεγαλωμένη μέσα σε μια υπερπροστευτική οικογένεια που την εγκλώβισε μέσα σε μια ζωή χωρίς πρωτοβουλίες και χωρίς ελευθερία. Επιστρέφει από το Λονδίνο τον Μάρτιο του 1969 έχοντας στις αποσκευές της ένα πληγωμένο σαλιγκάρι. Όπως και το σαλιγκάρι με το σκασμένο καβούκι έτσι και εκείνη με σπασμένο κέλυφος βγαίνει α

Η Κριτική μου για το " Όλο το Φως που δεν μπορούμε να δούμε " Άντονυ Ντορ

Γράφει η Γεωργία Ρετετάκου Με δυο παράλληλες ιστορίες αυτή της Μαρί Λορ Λεμπλάν, ενός τυφλού κοριτσιού από την Γαλλία. Και αυτή του Βέρνερ Πφέννιχ ενός ορφανού αγοριού από την Γερμανία μαθαίνουμε με έναν εξαιρετικά διαφορετικό τρόπο το φως και το σκοτάδι του πολέμου. Το φως και το σκοτάδι της Ψυχής των ανθρώπων. Η Μαρί Λορ έχει μάθει να ζεί στο σκοτάδι απο πολύ μικρή ηλικία, ζει με τον πατέρα της ο οποίος είναι κλειθροποιός στο μουσείο Φυσικής Ιστορίας στο Παρίσι. Μαθαίνει να ζει και να κινείται μέσα στην γειτονία που κατοικεί απομνημονεύοντας την διαδρομή που βασίζεται σε μια μακέτα που έχει κατασκευάσει ο πατέρας της και αποτελεί πανομοιότυπη απομίμηση και της παραμικρής λεπτομέρειας της γειτονίας. Ψηλαφώντας και απομνημονεύοντας τις λεπτομέρειες μπορεί να βαδίζει μέσα στα στενά σαν ένας φυσιολογικός άνθρωπος. Να εξερευνά, να φαντάζεται και να ονειρεύεται.  Όταν όμως οι Γερμανοί καταλαμβάνουν το Παρίσι πατέρας και κόρη αναγκάζονται να εγκαταλείψουν την πόλη τους και να καταφ

Η Κριτική μου για το " Αμαλία " Σπύρος Πετρουλάκης

Γράφει η Γεωργία Ρετετάκου Η Αμαλία είναι το τέταρτο βιβλίο του Σπύρου Πετρουλάκη που διαβάζω. Ένα Βιβλίο εντελώς διαφορετικό απο τα προηγούμενα του. Τόσο στον ρυθμό, όσο και στην εξέλιξη του. Ένα Βιβλίο με δυνατές εικόνες που κάνουν επίθεση στο μυαλό. Με σκηνές σαν μέταλλο σκληρές. Που γεμίζουν με ένταση την καρδιά του Αναγνώστη. Αλλά και εύπλαστες που χαλαρώνουν όταν το μυαλό και η ψυχή του δεν αντέχει άλλο. Η Ιστορία εναλλάσσετε ανάμεσα στο χθες και στο σήμερα. Με σωστές και ισορροπημένες τοποθετήσεις που εντείνουν την αγωνία και ανεβάζουν κατακόρυφα το μυστήριο. 35 Χρόνια πριν σε ένα ορεινό χωριό της Κορινθίας σε μια κλειστή κοινωνία η εξαφάνιση της γιαγιάς Αμαλίας προβληματίζει αλλά και αρχίζει να βάζει σε ένα περίεργο ρυθμό εξελίξεις που κανείς δεν μπορεί να καθορίσει και να υπολογίσει την πορεία τους. Μια οικογένεια που ζει μέσα σε ένα κλίμα που το τρέφει η δειλία και η βία. Ένα χάρισμα δοσμένο σαν βαριά κληρονομία. Ένας φθόνος που πηγάζει από σκοτεινά και απροσδιόριστ