Γράφει η Γεωργία Ρετετάκου
Προσωπική υπόθεση το τρίτο κατά σειρά βιβλίο με πρωταγωνιστή τον Αστυνόμο Λάμπρου. Μια ακόμα αστυνομική ιστορία ακραιφνής και καθαρόαιμη του είδους. Είναι από εκείνα τα βιβλία παλιάς κοπής που εστιάζουν στο έγκλημα, στις έντονες περιγραφές και στην προσωπικότητα του κεντρικού ήρωα. Για αυτό και αυτή την φορά η περιπέτεια του Αστυνόμου Λάμπρου εξελίσσεται μέσα σε μόλις 150 σελίδες.
Με φόντο για άλλη μια φορά τον Αθηναίικό υπόκοσμο, παρακολουθούμε μια σειρά φόνων μιας συμμορίας της Αλβανικής μαφίας. Είναι ξεκαθάρισμα λογαριασμών ανάμεσα στα μέλη τη; ή κάτι άλλο πιο βαθύ και ποιο προσωπικό; Με καταιγιστικό ρυθμό η μια δολοφονία διαδέχεται την άλλη και ο Αστυνόμος Λάμπρου αναλαμβάνει μια υπόθεση στην οποία τον προλαβαίνουν διαρκώς οι εξελίξεις με αποτέλεσμα να βρίσκεται διαρκώς πίσω από αυτές.
Με ρεαλιστικές σκηνές βίας και εγκλήματος. Με εικόνες και διαλόγους που κεντράρουν αποκλειστικά στα βασικά σημεία της υπόθεσης, αλλά και της έντονης ψυχολογικής μετάπτωσης του κεντρικού ήρωά. Του Αστυνόμου Λάμπρου. Η προσωπικότητα του ακολουθεί μια αλληλουχία συναισθηματικής κατάρρευσης και έντονης ανισορροπίας. Η απώλεια που έζησε στην προηγούμενη υπόθεση του, έχει σκοτεινιάσει ακόμα περισσότερο την ψυχή του και έχει μετατρέψει την συμπεριφορά του σε έναν χείμαρρο που στοχοποιεί και προσβάλει. Γυναίκες της μιας βραδιάς. Συναδέρφους, υπόπτους, μάρτυρες και εθνότητες.
Σε αυτό το σημείο ένιωσα έντονη δυσφορία να πω την αλήθεια. Αμφιταλαντεύτηκα σχετικά με την πρόθεση του συγγραφέα να περάσει μέσα από τον ήρωα του, τις προσωπικές του απόψεις επάνω σε κάποια ζητήματα. Ο Αστυνόμος Λάμπρου σε αυτή την υπόθεση παρουσιάζεται πιο σκοτεινός και σκληρός από ποτέ. Αναλώνεται σε ευκαιριακές σχέσεις της μιας βραδιάς, που βιάζεται να ξεφορτωθεί την επόμενη μέρα. Γυναίκες- Γκόμενες που αγγίζουν ανάλαφρα και επιφανειακά το οπτικό του κομμάτι και καθόλου τον συναισθηματικό του κόσμο.
Υπάρχουν όμως και ψήγματα ευαισθησίας που αχνοφαίνονται στο μυαλό του, όταν αυτό προσεγγίζει στο όνομα της γυναίκας που έχασε. Για αυτό και θεωρώ πως ο σκοτεινός και απροσπέλαστος συναισθηματικά αστυνόμος σε αυτή την υπόθεση σκιάζει ακόμα περισσότερο την προσωπικότητα του. Την σκιάζει εσκεμμένα ώστε να μπορέσει να λυτρωθεί από τις έντονες τύψεις του. Από την άλλη ο συγγραφέας φωτίζει ακόμα πιο πολύ την πρόθεση του να φτιάξει έναν ήρωα φθαρτό και ακραίο, από τις ίδιες της ακραίες αδυναμίες του. Και σιγά σιγά να καταφέρει να τον φέρει από το σκοτάδι στο φως.
Αποδίδω λοιπόν στην συναισθηματική του σύγχυση του ήρωα την κατηγοριοποίηση και κάποιων γυναικών και κάποιων λαών. Κάποια πράγματα δεν έχουν ταμπέλες. Το έγκλημα δεν έχει προέλευση. Περιμένω λοιπόν με αγωνία το αντίβαρο που θα δημιουργήσει σε επόμενο βιβλίο του ο συγγραφέας ώστε να ισορροπήσουνε οι ιδέες μέσα στο μυαλό του Αστυνόμου Λάμπρου αποδίδοντας δικαιοσύνη με την δύναμη της λογικής πως το έγκλημα και η βία προέρχεται από ένα μέρος χωρίς πατρίδα. Από ένα μέρος που δεν έχει κάποιο ειδικό διαφυλετικό υπόστρωμα. Αλλά ένα μέρος που έχει εκείνες τις ειδικές συνθήκες που μετατρέπει κάποιον από άνθρωπο σε δολοφόνο. Από καλό σε κακό. Από καλοπροαίρετο σε κάθαρμα .
Θεωρώ επίσης πως ο συγγραφέας έχει εκείνο το μέτρο που δεν τον παρασέρνει να ξεφεύγει στις ιστορίες του φλυαρώντας. Ακόμα και στα σημεία που διαφώνησα τα παρουσιάζει ξερά, με μια φράση με μια εικόνα που κεντράρει στην ουσία αφήνοντας στην άκρη τις λεπτομέρειες της. Η Ταχύτητα λοιπόν σκέψεων και διαλόγων σε κρατάει σε εγρήγορση, Επικεντρώνεται στο θέμα εκδίκηση και από την πλευρά του ανθρώπου που θέλει να αποδώσει μια ετεροχρονισμένη Προσωπική εκδίκηση, αλλά και από την πλευρά του Αστυνόμου, που μέσα από τα δικά του κενά ψάχνει τον τρόπο να εκδικηθεί τις δικές του προσωπικές απώλειες και να φανερώσει όλα αυτά που αποτελούν μέσα του αγκάθια σωστά ή λανθασμένα. Οι ανοικτοί λογαριασμοί που παραμένουν στο τέλος δίνουν το καλύτερο σκαλοπάτι για μια επόμενη περιπέτεια.
Διαφθορά, κακόφημα μπαρ, χαρτοπαικτικές λέσχες, απάνθρωπη βία, στυγνό έγκλημα. Συμμορίες που υφαρπάζουν και εκβιάζουν. Υπόκοσμος με πολιτικές διαστάσεις. Η ατμόσφαιρα που φτιάχνεται δημιουργεί μια αίσθηση γκρίζου και μαύρου. Ένα σκηνικό που γεμίζει όχι με εκβιασμένο μυστήριο. Αλλά με το σχηματισμό μιας συγκεκριμένης οριοθέτησης γεγονότων και σκέψεων. Το όλο σκηνικό που διαμορφώνεται δεν εστιάζει απλά στην εύρεση του δολοφόνου και των προθέσεων του, αλλά κυρίως σε εκείνα τα στοιχεία που κρύβονται πίσω από τις συμμορίες και πίσω από τα μαφιόζικα χτυπήματα. Στην αλόγιστη βία που γεννάει τυφλή βία. Στα μεγάλα συμφέροντα, στα απίστευτα κυκλώματα και στους ανοικτούς λογαριασμούς που κλείνουν πάντα με αίμα.
Επίσης κάτι που παλιότερα ήταν πολύ τις μόδας. Οι ιστορίες που κυκλοφορούσαν σε βιβλία τσέπης με σειρά περιπετειών του ίδιου ήρωα. Είναι κάτι που κάλλιστα μπορεί να επανέλθει. Οι 150 σελίδες της ιστορίας φαντάζουν λίγες για έναν αναγνώστη που έχει συνηθίσει να διαβάζει βιβλία των 500 σελίδων. Όταν όμως βλέπεις πως η προσέγγιση της ιστορίας εστιάζει στην ατμόσφαιρά, στην ταχύτητα, στον ρεαλισμό και στις φωτογραφικές περιγραφές που προσηλώνονται κατευθείαν στον στόχο, τότε θεωρείς πως αυτού του είδους τα βιβλία μπορούν κερδίσουν έναν αναγνώστη. Και θεωρώ πως με τον τρόπο που γράφει ο συγγραφέας ίσως του ταιριάζουν περισσότερο αυτού του μήκους ιστορίες. Ένας κεντρικός ήρωας μια υπόθεση και η λύση της μέσα από μια συγκεκριμένη μέθοδο που δεν εστιάζει σε αναλύσεις σε πάρα πολλά στοιχεία και σε πολλούς ήρωες. Που εστιάζει όμως στα κοινωνικά πρότυπα που δημιουργούν τις καταστάσεις αυτές της βίας και του θανάτου.
Από το Οπισθόφυλλα.
Ένας άντρας παίρνει την εκδίκησή του από μία άγρια συμμορία Αλβανών, που κάποτε τσάκισε τη ζωή του, αλλά γρήγορα ανακαλύπτει πως αυτός και η προσωπική του υπόθεση δεν ήταν παρά το εργαλείο κάποιων άλλων...
Η νέα περιπέτεια του αστυνόμου Λάμπρου στο Αθηναϊκό sin city, είναι ότι πιο δυνατό έχεις διαβάσει σε μόλις λίγες σελίδες.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου