Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Ζω για να τη διηγούμαι Gabriel Garcia Marquez






Είναι ίσως το βιβλίο της δεκαετίας που περιμέναμε όλοι μας, σύνοψη αλλά και ανάπλαση μιας κρίσιμης εποχής στη ζωή του Μάρκες. Σε αυτή τη συναρπαστική διήγηση ο νομπελίστας Κολομβιανός παρουσιάζει τις μνήμες των παιδικών και εφηβικών του χρόνων, όπου θεμελιώθηκε το φανταστικό, το οποίο, με το χρόνο, θα έδινε τη θέση του σε μερικά θεμελιώδη διηγήματα και μυθιστορήματα της ισπανόφωνης λογοτεχνίας του 20ού αιώνα.

Ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες ολοκλήρωσε το πρώτο μέρος της αυτοβιογραφίας του, αυτό που καλύπτει τα πρώτα είκοσι οκτώ χρόνια της ζωής του, την ημέρα και σχεδόν την ώρα που πέθανε η μητέρα του: «Είχε περάσει ασταθή παιδικά χρόνια με τεταρταίους πυρετούς, αλλά όταν θεραπεύτηκε και από τον τελευταίο απέκτησε μια σιδερένια υγεία, που της επέτρεψε να γιορτάσει τα ενενήντα εφτά της χρόνια με έντεκα παιδιά δικά της και τέσσερα ακόμα του συζύγου της, με εξήντα έξι εγγόνια, εβδομήντα τρία δισέγγονα και πέντε τρισέγγονα. Χωρίς να λογαριάζουμε αυτά που ποτέ δεν γνωρίσαμε. Πέθανε από φυσικό θάνατο στις 9 Ιουνίου του 2002, στις οχτώ και μισή το βράδυ, την ίδια μέρα και σχεδόν την ίδια ώρα που μπήκε τελεία και παύλα σ αυτά τα απομνημονεύματα».

Αυτά τα «απομνημονεύματα» είναι το «Ζω για να τη διηγούμαι», ένα βιβλίο 568 σελίδων, γεμάτο από τα στοιχεία που κάνουν τα μυθιστορήματά του μαγικά. Γραμμένο σαν μυθιστόρημα, αρχίζει με τον ίδιο τον Γκαμπριέλ φοιτητή, σε ένα ταξίδι επιστροφής στις ρίζες. Πηγαίνουν με τη μητέρα του να πουλήσουν το σπίτι των παππούδων στην Αρακατάκα. Οι μνήμες ξυπνούν, τα ποτάμια, οι βάλτοι, οι φυτείες μπανάνας της United Fruit Company. Τα ξύλινα σπίτια σε στυλ γουέστερν που έφτιαξε η αμερικανική εταιρεία που μονοπωλούσε το εμπόριο μπανάνας. Η προσωρινή ευμάρεια ενός χωριού που έγινε τόπος συγκέντρωσης τυχοδιωκτών. Ο παππούς, πρώην συνταγματάρχης που σκότωσε κάποιον σε μονομαχία τιμής και εγκαταστάθηκε στην Αρακατάκα για να ξεχάσει και να αλλάξει ζωή.

Η μάνα του τον πήγε εκεί υπομένοντας ένα πολύ δύσκολο ταξίδι με θορυβώδες ποταμόπλοιο και τρένο με σπασμένα τζάμια. Πιο πολύ την ενδιέφερε να μιλήσει με τον γιο της, το καμάρι της οικογένειας με τις εξαιρετικές επιδόσεις στο σχολείο, που τώρα ήθελε να παρατήσει τις σπουδές Νομικής για να γίνει συγγραφέας. Η μητέρα πείστηκε εντέλει από τον παλιό γιατρό του χωριού, που ήταν τώρα «πιο γέρος από όλους τους γέρους και όλα τα γέρικα ζώα της γης και της θάλασσας». Ήταν ο ίδιος του οποίου ο μικρός Γκαμπριέλ κάποτε έτρεμε το βλέμμα.

Με αφετηρία αυτό το ταξίδι στη μνήμη ξεδιπλώνεται όλη η παιδική ηλικία του μικρού Γκαμπριέλ. Οι περίπατοι με τον παππού, το σχολείο. Η πρώτη γνωριμία με τη σεξουαλική ζωή έρχεται σε ένα πορνείο όπου τον έστειλε ο πατέρας του να εισπράξει χρήματα για ιατρικές υπηρεσίες. Μια κοπέλα νόμισε ότι τον έστειλε για άλλο λόγο: «Μ έπιασε απ το μπράτσο με το δεξί της χέρι και γλίστρησε το αριστερό της μέσα στο μπροστινό άνοιγμα του παντελονιού. Ένιωσα έναν ηδονικό τρόμο. (...) Μετά με σήκωσε στον αέρα από τις μασχάλες και με έβαλε πάνω της στην κλασική στάση των ιεραποστόλων. Τα υπόλοιπα τα έκανε όλα μόνη της, μέχρι που ξεψύχησα πάνω της τσαλαβουτώντας στην κρεμμυδόσουπα ανάμεσα στα φοραδίσια μπούτια της».

Μετά έρχεται το τέλος της εφηβείας σε σχολείο της Μπογκοτά, κατόπιν η δημοσιογραφία στην Καρταχένα των Ινδιών. Δημοσιεύονται τα πρώτα του διηγήματα σε καλά λογοτεχνικά περιοδικά, κάθεται σε καφενεία δίπλα σε γνωστούς συγγραφείς για να ακούει τι λένε, διαβάζει ακατάπαυστα. Η «Μεταμόρφωση» του Κάφκα είναι το βιβλίο που «άλλαξε τη ζωή» του, για την «Οδύσσεια» του Τζόις νιώθει ότι υπήρξε επιπόλαιος που την άφησε τότε στη μέση. Χρόνια αργότερα τη διάβασε σοβαρά: «Συνετέλεσε στην ανακάλυψη ενός δικού μου κόσμου, που ποτέ δεν είχα υποψιαστεί», ενώ υπήρξε και «ανυπολόγιστης αξίας τεχνική βοήθεια για την απελευθέρωση της γλώσσας, τον χειρισμό του χρόνου και τη δομή των βιβλίων μου».

Το βιβλίο μάς γνωρίζει μια Κολομβία που δεν έχουμε υποψιαστεί. Κυρίως όμως προσφέρει αναπάντεχα στον αναγνώστη, πέραν ενός απολαυστικού μυθιστορηματικού αναγνώσματος, την αποκάλυψη πλήθους στοιχείων και τεχνικών που συνθέτουν τον συγγραφικό κόσμο του νομπελίστα Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες.



ΜΑΝΩΛΗΣ ΠΙΜΠΛΗΣ

ΤΑ ΝΕΑ, 08-03-2003

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Η Κριτική μου "Το κορίτσι με το σαλιγκάρι" Πηνελόπη Κουρτζή - Γράφει η Γεωργία Ρετετάκου

 Μια Μοναδική εποχή. Ένα Παγκόσμιο φαινόμενο που καθόρισε ζωές, αξίες, αντιλήψεις και δημιούργησε ένα πρωτότυπο άβατο στην Ελληνική κοινωνία στα τέλη της δεκαετίας του 60 και στην δεκαετία του 70, αποτελεί το κεντρικό θέμα του τελευταίου μυθιστορήματος της Πηνελόπης Κουρτζή "Το κορίτσι με το σαλιγκάρι." Με φόντο την παραλία των Ματάλων στην Κρήτη παρακολουθούμε μια ιστορία γεμάτη ένταση, ανατροπές και κυρίως μεταστροφές. Μέσα από την προσέγγιση μιας ζωής που μοιάζει ανοίκεια, αλλά μετατρέπεται σε έναν κόσμο που αλλάζει μέσα από την επαφή με την φύση, την θάλασσα, τον πρωτόγονο τρόπο ζωής και την πραγματική επαφή με τους ανθρώπους.  Η Υπατία είναι μια γυναίκα εύθραυστη, μεγαλωμένη μέσα σε μια υπερπροστευτική οικογένεια που την εγκλώβισε μέσα σε μια ζωή χωρίς πρωτοβουλίες και χωρίς ελευθερία. Επιστρέφει από το Λονδίνο τον Μάρτιο του 1969 έχοντας στις αποσκευές της ένα πληγωμένο σαλιγκάρι. Όπως και το σαλιγκάρι με το σκασμένο καβούκι έτσι και εκείνη με σπασμένο κέλυφος βγαίνει α

Η Κριτική μου για το " Όλο το Φως που δεν μπορούμε να δούμε " Άντονυ Ντορ

Γράφει η Γεωργία Ρετετάκου Με δυο παράλληλες ιστορίες αυτή της Μαρί Λορ Λεμπλάν, ενός τυφλού κοριτσιού από την Γαλλία. Και αυτή του Βέρνερ Πφέννιχ ενός ορφανού αγοριού από την Γερμανία μαθαίνουμε με έναν εξαιρετικά διαφορετικό τρόπο το φως και το σκοτάδι του πολέμου. Το φως και το σκοτάδι της Ψυχής των ανθρώπων. Η Μαρί Λορ έχει μάθει να ζεί στο σκοτάδι απο πολύ μικρή ηλικία, ζει με τον πατέρα της ο οποίος είναι κλειθροποιός στο μουσείο Φυσικής Ιστορίας στο Παρίσι. Μαθαίνει να ζει και να κινείται μέσα στην γειτονία που κατοικεί απομνημονεύοντας την διαδρομή που βασίζεται σε μια μακέτα που έχει κατασκευάσει ο πατέρας της και αποτελεί πανομοιότυπη απομίμηση και της παραμικρής λεπτομέρειας της γειτονίας. Ψηλαφώντας και απομνημονεύοντας τις λεπτομέρειες μπορεί να βαδίζει μέσα στα στενά σαν ένας φυσιολογικός άνθρωπος. Να εξερευνά, να φαντάζεται και να ονειρεύεται.  Όταν όμως οι Γερμανοί καταλαμβάνουν το Παρίσι πατέρας και κόρη αναγκάζονται να εγκαταλείψουν την πόλη τους και να καταφ

Η Κριτική μου για το " Αμαλία " Σπύρος Πετρουλάκης

Γράφει η Γεωργία Ρετετάκου Η Αμαλία είναι το τέταρτο βιβλίο του Σπύρου Πετρουλάκη που διαβάζω. Ένα Βιβλίο εντελώς διαφορετικό απο τα προηγούμενα του. Τόσο στον ρυθμό, όσο και στην εξέλιξη του. Ένα Βιβλίο με δυνατές εικόνες που κάνουν επίθεση στο μυαλό. Με σκηνές σαν μέταλλο σκληρές. Που γεμίζουν με ένταση την καρδιά του Αναγνώστη. Αλλά και εύπλαστες που χαλαρώνουν όταν το μυαλό και η ψυχή του δεν αντέχει άλλο. Η Ιστορία εναλλάσσετε ανάμεσα στο χθες και στο σήμερα. Με σωστές και ισορροπημένες τοποθετήσεις που εντείνουν την αγωνία και ανεβάζουν κατακόρυφα το μυστήριο. 35 Χρόνια πριν σε ένα ορεινό χωριό της Κορινθίας σε μια κλειστή κοινωνία η εξαφάνιση της γιαγιάς Αμαλίας προβληματίζει αλλά και αρχίζει να βάζει σε ένα περίεργο ρυθμό εξελίξεις που κανείς δεν μπορεί να καθορίσει και να υπολογίσει την πορεία τους. Μια οικογένεια που ζει μέσα σε ένα κλίμα που το τρέφει η δειλία και η βία. Ένα χάρισμα δοσμένο σαν βαριά κληρονομία. Ένας φθόνος που πηγάζει από σκοτεινά και απροσδιόριστ