Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Book Zoom στο βιβλίο "Δάφνες, προδοσία και λευκή κλωστή" Άρτεμις Παπανδρέου Εκδόσεις Μιχάλη Σιδέρη

 

Βιβλίο φόρος τιμής για τους αγωνιστές της ελευθερίας, είναι το βιβλίο που φιλοξενούμε σήμερα στο blog μας. Δάφνες, προδοσία και λευκή κλωστή. Από τις Εκδόσεις Μιχάλη Σιδέρη. Η Άρτεμις Παπανδρέου μας παρουσιάζει μέσα από τις ερωτήσεις μας το πρόσφατο βιβλίο της.  Ενα βιβλίο βασισμένο σε αληθινά γεγονότα και πρόσωπα, γνωστοποιώντας στους νεότερους και θυμίζοντας στους παλαιότερους πράξεις της Ιστορίας που… ίσως να λησμονήθηκαν.

"Η τιμή στους προγόνους μας φάρος και πυξίδα ζωής για τις νεότερες γενιές."


Περιγράψτε το βιβλίο σας μέσα από μια φράση ή μια μικρή παράγραφο.

Πέτρινα χρόνια ηρωισμού, λεβεντιάς και περηφάνιας… Πέτρινα χρόνια ενός λαού που ξέρει ν’ αγαπά, ξέρει όμως και να πολεμά για ιδανικά και αξίες κατακτώντας την αναφορά του ονόματός του στην αιωνιότητα…

Υπήρξε κάποιο πρόσωπο ή κάποιο γεγονός που αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για το συγκεκριμένο βιβλίο σας;

Σ’ αυτή την ερώτησή σας θα απαντήσω μ’ ένα διπλό «ναι». Υπήρξε ένα πρόσωπο που αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για να γραφεί αυτό το βιβλίο. Ένας άνθρωπος που δεν γνώρισα γιατί έφυγε από τη ζωή όταν ήμουν μόλις δυο χρόνων, αλλά οι διηγήσεις που συνόδευαν πάντα την αναφορά του ονόματός του στο σπίτι μας με έκαναν να τον γνωρίζω σαν να βρισκόταν πάντα ανάμεσά μας. Πρόκειται για τον παππού μου, τον Θόδωρο Παπανδρέου, ο οποίος ήταν ένας ήρωας πολέμου, διπλά παρασημοφορεμένος στους Βαλκανικούς Πολέμους. Ένας άνθρωπος απλός, που ενώ αρχικά είχε ξενιτευτεί στην Αμερική για ν’ ακολουθήσει τ’ όνειρό του, το εγκατέλειψε γιατί έβαλε πρώτη προτεραιότητα στη ζωή του τη λευτεριά της Ελλάδας, που μισή έστεκε στο χάρτη. Εθελοντής λοιπόν κατατάχτηκε μαζί με πολλούς άλλους που έθεσαν εαυτόν στην υπηρεσία της πατρίδας. Είναι ο ίδιος που πολέμησε και στη φοβερή μάχη του Σκρα στο Κιλκίς, που έκρινε την έκβαση του Μεγάλου Πολέμου.

Όσο για το γεγονός που αποτέλεσε πηγή έμπνευσης, μα και θυμού ταυτόχρονα είναι η ιστορία του διχασμού του 1916, όπου το 4ο Σώμα Στρατού παραδόθηκε αμαχητί στους Γερμανούς ικανοποιώντας πολιτικές σκοπιμότητες. Μια ιστορία προδοσίας που επηρέασε άμεσα την οικογένειά μου αφού ο Φάνης του βιβλίου, Φώτης Παπανδρέου, αιχμαλωτίστηκε και μεταφέρθηκε μαζί με άλλους επτά χιλιάδες οπλίτες με όλο τους τον εξοπλισμό στην πόλη Γκέρλιτς της Γερμανίας. Είναι σελίδες ντροπής αυτές οι σελίδες της ιστορίας και θέλησα να καταγράψω αλήθειες που μας σοκάρουν…

Τι θα θέλατε να ανακαλύψει ο αναγνώστης μέσα από αυτό το βιβλίο σας;

Θα ήθελα να γνωρίσει διαβάζοντάς το ο αναγνώστης μια άλλη Ελλάδα, μακρινή από το τώρα που βιώνουμε, μια χώρα που στεκόταν όρθια και συνέχιζε να υφίσταται στο ιστορικό και κοινωνικό γίγνεσθαι της εποχής χάρις στους ανθρώπους της, χάρις στη λεβεντιά τους, το μεράκι τους, το μεγαλείο της ψυχής τους, χάρις στο φιλότιμό τους και την περηφάνια τους.

Όταν ολοκληρώσατε την συγγραφή του βιβλίου σας, εσείς τι ανακαλύψατε μέσα από αυτό για τον εαυτό σας; Τι αποκομίσατε από τη συγγραφική διαδικασία και το τελικό αποτέλεσμα;

Όταν ολοκλήρωσα τη συγγραφή αυτού του πολύ απαιτητικού βιβλίου ανακάλυψα πως είχα πολύ περισσότερο τσαγανό από κείνο που νόμιζα καθώς επιβεβαιώθηκα πως μπορούσα να καταφέρω δύσκολα εγχειρήματα αν το έβαζα σκοπό. Όσο για το τι αποκόμισα από τη συγγραφική διαδικασία και το τελικό αποτέλεσμα, δεν θα σας το κρύψω. Ένιωσα μια απέραντη ευλογία που κατόρθωσα να γράψω αυτό το βιβλίο. Είμαι σίγουρη πως η φωτογραφία του πατέρα μου έχει αποκτήσει λιγουλάκι πλατύτερο χαμόγελο από πριν και ο παππούς, αν κάπου υπάρχει στο σύμπαν, θα χαίρεται…

Ποιο είναι το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των ηρώων σας; Υπάρχει κάποιος που είναι ο αγαπημένος σας;

Θαρρώ πως σε τούτο το βιβλίο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των ηρώων μου είναι το φιλότιμο, αλλά και η ίντριγκα. Απαντώντας στο δεύτερο σκέλος της ερώτησης θα έλεγα ο Θόδωρος για τους λόγους που αναφέρονται στη δεύτερη ερώτηση.

Ποια είναι η μεγαλύτερη δυσκολία που συναντήσατε κατά τη διάρκεια συγγραφής του βιβλίου σας;

Επειδή αυτό το βιβλίο διαχειρίζεται μια δύσκολη περίοδο της ιστορίας μας, αυτή του πρώτου μισού του 20ου αιώνα, με πολέμους, μάχες, ημερομηνίες, ακόμη και ώρες μαχών, δύσκολες πολιτικές καταστάσεις, ήθη, έθιμα και λαογραφικά στοιχεία, αν θα μπορούσα να πω πως δυσκολεύτηκα ήταν το συνεχές ψάξιμο γεγονότων, ώστε να ενταχθούν οι μικρές ιστορίες των ηρώων απόλυτα σωστά στο ιστορικοπολιτικό γίγνεσθαι της εποχής.

Υπάρχει κάποιο αγαπημένο απόσπασμα από το βιβλίο να το μοιραστείτε μαζί μας;

Αυτό το βιβλίο έχει πάρα πολλά αγαπημένα αποσπάσματα και η επιλογή ενός είναι αρκετά δύσκολη. Με το χέρι στην καρδιά θα επιλέξω από την σελίδα 125 - 126, αληθινή και αυτή η ιστορία που εξελίσσεται, για να τιμήσω εκείνους που αιχμαλωτίστηκαν έπειτα από την προδοσία του 4ου Σώματος Στρατού στην Καβάλα τον Αύγουστο του 1916:

«Όμως τη στιγμή που οι φαντάροι μας κατάλαβαν πως οι ζωές τους είχαν παιχτεί ζαριά στο τάβλι της διπλωματίας, κάποιοι αποφάσισαν την ύστατη στιγμή να μην υπακούσουν, να μη δεχτούν αυτόν τον εξευτελισμό της προδοσίας. Το έσκασαν λοιπόν κρυφά, ανάμεσα από τους πολλούς, και πέντε παλληκάρια που το έλεγε η καρδιά τους. Προτίμησαν τη λευτεριά παρά την άνευ όρων παράδοση. Ανάμεσα σ’ αυτούς  ήταν και ο Φάνης. Ξέφυγαν από την επίβλεψη των Γερμανών και των Βουλγάρων, έφτασαν στην παραλία του λιμανιού της Καβάλας, βρήκαν μια πολυκαιρισμένη βάρκα, μισοθαμμένη στην αμμούδα, μα με τους σκαρμούς και τα κουπιά ριγμένα σιμά. Δεν έχασαν χρόνο. Την έσυραν με βιασύνη στη θάλασσα και ανοίχτηκαν νότια προς το νησί της Θάσου που ορθωνόταν μπροστά τους. Κωπηλατούσαν για ώρα μέσα στη γαλανή θάλασσα του Αυγούστου, ιδρωμένοι από την αγωνία του θανάτου που πλανιόταν πάνω από τα κεφάλια τους. Η βάρκα είχε ξεμακρύνει όταν είδαν τους Γερμανούς στρατιώτες να ωρύονται στην παραλία……….

Πλεύρισαν τη βάρκα δίπλα στους βράχους και προσπάθησαν ν’ αναρριχηθούν. Μάταια. Κοφτερά δόντια οι λαξευμένες κόγχες απ’ την αλμύρα τούς ξέσκιζαν τα ρούχα, μάτωναν τις σάρκες. Αγωνίζονταν, υποβαστάζοντας ο ένας τον άλλον……..

Το πλοίο με τους εχθρούς όλο και  πλησίαζε. Ο χρόνος τους πίεζε ασφυκτικά. Επιτέλους, ο ένας τα κατάφερε. Τώρα έδινε το χέρι του στον επόμενο να τον τραβήξει επάνω. Οι παλάμες σφιχτοδέθηκαν αναμεταξύ τους, τα κορμιά αγαντάρισαν. Λίγο ακόμη ήθελε και θ’ ανέβαινε και ο δεύτερος στη στεριά. Μα δεν πρόκανε. Μια ριπή έσκισε τον αέρα. Οι γλάροι που κούρνιαζαν πάνω στους απόκρημνους βράχους πέταξαν ψηλά, πάνω από τη θάλασσα βγάζοντας λαχταρισμένες φωνές. Η ηχώ της ριπής επαναλαμβανόταν δεκάδες φορές καθώς οι βράχοι πολλαπλασίαζαν τον ήχο της. Τα βράχια βάφτηκαν με άλικο αίμα. Τα χέρια μάτωσαν, άνοιξαν, χωρίστηκαν….»

Συνήθως σε κάθε βιβλίο συναντάμε βιώματα και μηνύματα του ίδιου του συγγραφέα. Υπάρχει κάποιο βιωματικό στοιχείο που διέπει το βιβλίο σας; Και ποιο ή ποια μηνύματα θέλετε να περάσετε μέσα από τις σελίδες του;

Πράγματι εμείς που χρησιμοποιούμε τη γραφή σαν μέσον επικοινωνίας με τον αναγνώστη, ηθελημένα ή αθέλητα, αφήνουμε στοιχεία του χαρακτήρα μας μέσα στα κείμενά μας ή βιωματικά στοιχεία της ζωής μας. Στο συγκεκριμένο όμως βιβλίο δεν υπήρχε λόγος για κάτι τέτοιο μιας και στηρίχτηκα σε αληθινά γεγονότα, σε ανθρώπους που έζησαν, πρόσφεραν, δημιούργησαν και άφησαν σε μας όλους κληρονομιά μια λεύτερη Ελλάδα. Δεν ήταν στόχος μου σε τούτο το βιβλίο να αφήσω μηνύματα αν και υπάρχουν πολλά. Στόχος μου ήταν να τιμήσω με τη γραφή μου όλους εκείνους τους απλούς ανθρώπους που πότισαν με τίμιο ιδρώτα το δέντρο της ζωής τους και με αίμα το δέντρο της Λευτεριάς.

Με ποιο τραγούδι θα επενδύατε μουσικά αυτό το βιβλίο σας;

Νομίζω πως το πιο ταιριαστό απ’ όλα τα τραγούδια είναι τα «Πέτρινα χρόνια» του Σταμάτη Σπανουδάκη με τους εξαιρετικούς στίχους και την εκπληκτική μουσική, όλα δώρο του συνθέτη στον πολιτισμό μας…




Φτιάξτε μας ένα απόφθεγμα που προκύπτει από το σύνολο του βιβλίου σας.

"Η τιμή στους προγόνους μας φάρος και πυξίδα ζωής για τις νεότερες γενιές."

Αν υπάρχει κάτι που θέλετε να ειπωθεί για το βιβλίο και δεν έχει προκύψει από τις ερωτήσεις μπορείτε να το εκφράσετε εδώ.

Κυρία Ρετετάκου ήταν τόσο ουσιαστικές οι ερωτήσεις σας ώστε έχετε καλύψει όλους τους τομείς ενδιαφέροντος.

Σας ευχαριστώ θερμά για τη συνέντευξη και το βήμα!

Το βιβλίο "Δάφνες, προδοσία και λευκή κλωστή της Άρτεμις Παπανδρέου κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Μιχάλη Σιδέρη


ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ  ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΣ

 

Η Άρτεμις Παπανδρέου γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Βόλο, σ’ ένα υγιές οικογενειακό περιβάλλον, που επένδυσε στην αγάπη των ανθρώπων, των βιβλίων και των γραμμάτων.

Αγαπά τη λογοτεχνία, μιας και αυτή κυλά στο αίμα της από τη στιγμή που γεννήθηκε, και κατόρθωσε να πραγματώσει το όνειρο της νιότης της, να γίνει συγγραφέας, τα τελευταία χρόνια. Εργάζεται στην τεχνική εταιρεία που έχει ιδρύσει με τον σύζυγό της, έχει δυο γιούς και δυο εγγόνια.

Μετρά τρία μυθιστορήματα στο ενεργητικό της, που κυκλοφορούν με επιτυχία λαμβάνοντας εξαιρετικές κριτικές για τη γραφή και τα μηνύματα που περνούν στους αναγνώστες:

«Ίσκιοι στο φως», εκδόσεις Μ. Σιδέρη,  Ιούνιος 2020, το οποίο απέσπασε ΑΈπαινο στον Λογοτεχνικό Διαγωνισμό του συλλόγου «Λίνος» για εκδόσεις βιβλίων 2019 – 2020.

«Ένα χαμόγελο στον ουρανό», εκδόσεις Μ. Σιδέρη, Οκτώβριος 2018, Β’ βραβείο στον Λογοτεχνικό Διαγωνισμό του συλλόγου «Λίνος» για εκδόσεις βιβλίων 2018 – 2019.

Το νέο της βιβλίο με τίτλο «Δάφνες, προδοσία και λευκή κλωστή» αποτελεί επανέκδοση του πρώτου της βιβλίου με τίτλο: «Πηλιορείτικο γαϊτανάκι», που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Μολύβι τον Δεκέμβριο του 2016 με το οποίο έλαβε μέρος στο 3ο Φεστιβάλ Παιδικού κι Εφηβικού Βιβλίου στο Βόλο καθώς περιέχει πολλά λαογραφικά και ιστορικά στοιχεία.

Η συγγραφέας έχει παρουσιάσει ως ομιλήτρια αρκετά βιβλία, νέων κυρίως συγγραφέων, τόσο στην πόλη του Βόλου όσο και στην Αθήνα και συμμετέχει με κείμενά της στην Ανθολογία Μαγνησιωτών συγγραφέων (έκδοση 2019), και στα τεύχη της Πνευματικής Λάρισας (εκδόσεις 2020, 2021, 2022).

Άξαφνα σηκώθηκε από την άκρη του κρεβατιού του κοριτσιού, βγήκε από την κάμαρη, περπάτησε σαν υπνωτισμένη στο χολ, βγήκε από την πόρτα στο δρόμο και πήρε να κατηφορίζει αμίλητη. Την καλημέριζαν οι γειτόνισσες μα εκείνη καμία δεν έβλεπε, μόνο προχωρούσε ευθεία στο δρόμο με τα χείλη σφιχτά, με τα δόντια να τρίζουν από θυμό, με το σώμα να τρέμει από οργή. Στην ίδια κατάσταση ήταν όταν πέρασε το κατώφλι της Ασφάλειας, όταν έσπρωξε με όλη της τη δύναμη τον φρουρό που προσπάθησε να τη σταματήσει, όταν ανέβηκε τα σκαλιά πάντα με το βλέμμα στραμμένο εμπρός και μπήκε αμίλητη στο γραφείο του ίδιου του Διοικητή. Ένας αξιωματικός από το διπλανό γραφείο πετάχτηκε ορθός να της φράξει την πορεία, αλλά εκείνη, σαν υπνοβάτης, με δύναμη περίσσια τον πέταξε σαν το άψυχο ζωντανό στην άκρη. Ο Διοικητής βρισκόταν με τον υπασπιστή του στο γραφείο. Ήταν ο πιο έμπιστος αξιωματικός του. Το δεξί του χέρι και το τρίτο του μάτι. Σαν την είδε να μπαίνει με το βλέμμα σαλεμένο ένευσε με το χέρι του τους ένστολους του ορόφου που βρίσκονταν ακριβώς πίσω από τη Μυρσίνη να τους αφήσουν μόνους μαζί της. Τι είχαν, άραγε, να φοβηθούν δυο αξιωματικοί του δικού τους βεληνεκούς από μια μισότρελη γριά; Η Μυρσίνη στάθηκε μπροστά τους και χτύπησε με δύναμη το γραφείο του διοικητή. Κοκκίνησε ολόκληρος εκείνος που μια γυναίκα, έστω και υπερήλικας, τολμούσε να του χτυπήσει το χέρι. Σ' αυτόν που όλοι τον έτρεμαν; Που ήταν ο φόβος και ο τρόμος των κρατουμένων; Ο φόβος και ο τρόμος μιας ολάκερης πόλης; Και τι είχε, άραγε, να του πει εκείνη μια ασήμαντη γριά; Μα πώς το επέτρεπε; Πώς;

Σηκώθηκε λοιπόν όρθιος, επιβλητικός με τα γαλόνια της στολής του, προσπαθώντας στην αρχή να διασκεδάσει τις εντυπώσεις. Προσπάθησε να χαμογελάσει, να δείξει φιλικός. Όμως η Μυρσίνη τον κοιτούσε ίσα στα μάτια και κείνον, αλλά και τον άλλον, τον παρατρεχάμενό του. Τα βλέμματά τους αντάλλασσαν αναγνωριστικά πυρά. Τα μάτια του υπασπιστή έμοιαζαν τώρα να σκιάζονται από τα δικά της, που τον κοιτούσαν επίμονα. Φόβο τον γέμιζε αυτή η κοτσονάτη γιαγιά που είχε εισβάλει στο γραφείο τους πρωί πρωί. Ήταν περίεργο, πραγματικά, αυτό το συναίσθημα που του προξενούσε αυτή η ξένη. Πήρε να ξύνει αμήχανα το σαγόνι του. Τα μάτια της τον ακολουθούσαν σε κάθε του κίνηση. Μαύρο σκοτάδι και έρεβος ξεχύθηκε από μέσα τους σαν επικεντρώθηκε το βλέμμα της στις επουλωμένες ουλές του προσώπου του. Έμοιαζαν όντως με νυχιές, ακριβώς σαν εκείνες που της είχε περιγράψει το κορίτσι πρωτύτερα. Τώρα το μίσος πήρε να ξεπηδά από τα μάτια, από τα χέρια, από κάθε πόρο του κορμιού της. Τώρα έμοιαζε σίγουρη πως ήταν αυτός. Έσφιξε τα δόντια της τόσο που μάτωσε τα χείλη της, άπλωσε τα χέρια της γυμνά, μα δυνατά σαν τανάλιες και του όρμησε. Στα μάτια του, ήταν βέβαιη, είχε δει την ενοχή, μα το πιστόλι που βγήκε ξάφνου από τη θήκη του ξέρασε από την κάνη του φωτιά και μολύβι πάνω της. Την τράνταξε ο πυροβολισμός, την έκαψε μέσα στα σωθικά της, γούρλωσε τα μάτια και πρόφτασε μόνο να προφέρει: "τέ-ρας, τέραααας" πριν τα πόδια της τη σωριάσουν στο κρύο δάπεδο του γραφείου του κυρίου Διοικητή. 

Την ίδια στιγμή, στη σκάλα του οικήματος, φασαρία ακούστηκε και μια γυναίκα φώναζε με απόγνωση τ' όνομά της. Ήταν η Λενιώ που παρακινημένη από την κόρη της είχε τρέξει στο κατόπι της. Την είδε η μικρή τη γιαγιά της, που της είχε θολώσει το βλέμμα και φοβήθηκε. Έπιασε τη μάνα της και της είπε πως η γιαγιά πηγαίνει στην Ασφάλεια να ζητήσει το λόγο. Τότε τα κατάλαβε όλα η Λενιώ. Έτρεξε πίσω της αλλά ήταν πολύ αργά πια. 

Κρατώντας της από τα μπράτσα σφιχτά οι χωροφύλακες την οδήγησαν βίαια στο γραφείο του αξιωματικού ακριβώς την ώρα που ξεψυχούσε η Μυρσίνη. Η Λενιώ, σαν αντίκρισε τη Μυρσίνη χάμω μέσα στα αίματα, ξέφυγε από τη μέγγενη των χεριών των χωροφυλάκων και όρμησε πάνω στο άψυχο κορμί της μάνας της ουρλιάζοντας και αποκαλώντας φονιά τον αξιωματικό.

Εκείνη τη στιγμή πρέπει η μοίρα να είχε αποστρέψει το βλέμμα της από τον κόσμο της Λενιώς. Τα πάντα κατέρρευσαν σαν χάρτινος πύργος μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα. Η ζωή της εξανεμίστηκε. Βορρά έγινε στη συγκάλυψη της αλήθειας από την εξουσία, από την άρχουσα τάξη. Της απαγγέλθηκε κατηγορία εσχάτης προδοσίας κατά του κράτους. Κλείστηκε, χωρίς να προλάβει λέξη να πει, στα μπουντρούμια της Γενικής Ασφάλειας και μόλις την επομένη, μαζί με άλλους κρατούμενους κομμουνιστές, θα οδηγούνταν με πλοιάριο στα ξερονήσια της εξορίας. Έφυγε δίχως να προφτάσει να πει τίποτε σε κανένα, χωρίς να αγκαλιάσει τον άντρα, τα παιδιά της. Έφυγε μαζί με το τσούρμο των πολιτικών κρατούμενων για την εξορία, σαν πολιτική κρατούμενη και η ίδια, χωρίς όμως ποτέ της να έχει διαβάσει ένα μανιφέστο, κάτι που να δικαιολογούσε αυτή τη μεταχείριση εκείνα τα πέτρινα χρόνια. Έτσι το έγκλημα του υπασπιστή του Διοικητή είχε συγκαλυφτεί απόλυτα. Η θέση του θα παρέμενε σταθερή για το υπόλοιπο διάστημα. Το γεγονός μιας νεκρής στο κρύο πάτωμα του γραφείου του κυρίου Διοικητή και μιας αθώας στον παιδεμό της εξορίας, άφηναν παγερά αδιάφορες τις ανύπαρκτες συνειδήσεις κάποιων.

 

σελίδες 435-436-437.


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Η Κριτική μου "Το κορίτσι με το σαλιγκάρι" Πηνελόπη Κουρτζή - Γράφει η Γεωργία Ρετετάκου

 Μια Μοναδική εποχή. Ένα Παγκόσμιο φαινόμενο που καθόρισε ζωές, αξίες, αντιλήψεις και δημιούργησε ένα πρωτότυπο άβατο στην Ελληνική κοινωνία στα τέλη της δεκαετίας του 60 και στην δεκαετία του 70, αποτελεί το κεντρικό θέμα του τελευταίου μυθιστορήματος της Πηνελόπης Κουρτζή "Το κορίτσι με το σαλιγκάρι." Με φόντο την παραλία των Ματάλων στην Κρήτη παρακολουθούμε μια ιστορία γεμάτη ένταση, ανατροπές και κυρίως μεταστροφές. Μέσα από την προσέγγιση μιας ζωής που μοιάζει ανοίκεια, αλλά μετατρέπεται σε έναν κόσμο που αλλάζει μέσα από την επαφή με την φύση, την θάλασσα, τον πρωτόγονο τρόπο ζωής και την πραγματική επαφή με τους ανθρώπους.  Η Υπατία είναι μια γυναίκα εύθραυστη, μεγαλωμένη μέσα σε μια υπερπροστευτική οικογένεια που την εγκλώβισε μέσα σε μια ζωή χωρίς πρωτοβουλίες και χωρίς ελευθερία. Επιστρέφει από το Λονδίνο τον Μάρτιο του 1969 έχοντας στις αποσκευές της ένα πληγωμένο σαλιγκάρι. Όπως και το σαλιγκάρι με το σκασμένο καβούκι έτσι και εκείνη με σπασμένο κέλυφος βγαίνει α

Η Κριτική μου για το " Όλο το Φως που δεν μπορούμε να δούμε " Άντονυ Ντορ

Γράφει η Γεωργία Ρετετάκου Με δυο παράλληλες ιστορίες αυτή της Μαρί Λορ Λεμπλάν, ενός τυφλού κοριτσιού από την Γαλλία. Και αυτή του Βέρνερ Πφέννιχ ενός ορφανού αγοριού από την Γερμανία μαθαίνουμε με έναν εξαιρετικά διαφορετικό τρόπο το φως και το σκοτάδι του πολέμου. Το φως και το σκοτάδι της Ψυχής των ανθρώπων. Η Μαρί Λορ έχει μάθει να ζεί στο σκοτάδι απο πολύ μικρή ηλικία, ζει με τον πατέρα της ο οποίος είναι κλειθροποιός στο μουσείο Φυσικής Ιστορίας στο Παρίσι. Μαθαίνει να ζει και να κινείται μέσα στην γειτονία που κατοικεί απομνημονεύοντας την διαδρομή που βασίζεται σε μια μακέτα που έχει κατασκευάσει ο πατέρας της και αποτελεί πανομοιότυπη απομίμηση και της παραμικρής λεπτομέρειας της γειτονίας. Ψηλαφώντας και απομνημονεύοντας τις λεπτομέρειες μπορεί να βαδίζει μέσα στα στενά σαν ένας φυσιολογικός άνθρωπος. Να εξερευνά, να φαντάζεται και να ονειρεύεται.  Όταν όμως οι Γερμανοί καταλαμβάνουν το Παρίσι πατέρας και κόρη αναγκάζονται να εγκαταλείψουν την πόλη τους και να καταφ

Η Κριτική μου για το " Αμαλία " Σπύρος Πετρουλάκης

Γράφει η Γεωργία Ρετετάκου Η Αμαλία είναι το τέταρτο βιβλίο του Σπύρου Πετρουλάκη που διαβάζω. Ένα Βιβλίο εντελώς διαφορετικό απο τα προηγούμενα του. Τόσο στον ρυθμό, όσο και στην εξέλιξη του. Ένα Βιβλίο με δυνατές εικόνες που κάνουν επίθεση στο μυαλό. Με σκηνές σαν μέταλλο σκληρές. Που γεμίζουν με ένταση την καρδιά του Αναγνώστη. Αλλά και εύπλαστες που χαλαρώνουν όταν το μυαλό και η ψυχή του δεν αντέχει άλλο. Η Ιστορία εναλλάσσετε ανάμεσα στο χθες και στο σήμερα. Με σωστές και ισορροπημένες τοποθετήσεις που εντείνουν την αγωνία και ανεβάζουν κατακόρυφα το μυστήριο. 35 Χρόνια πριν σε ένα ορεινό χωριό της Κορινθίας σε μια κλειστή κοινωνία η εξαφάνιση της γιαγιάς Αμαλίας προβληματίζει αλλά και αρχίζει να βάζει σε ένα περίεργο ρυθμό εξελίξεις που κανείς δεν μπορεί να καθορίσει και να υπολογίσει την πορεία τους. Μια οικογένεια που ζει μέσα σε ένα κλίμα που το τρέφει η δειλία και η βία. Ένα χάρισμα δοσμένο σαν βαριά κληρονομία. Ένας φθόνος που πηγάζει από σκοτεινά και απροσδιόριστ