Γράφει η Γωργία Ρετετάκου
Έχοντας διαβάσει πολλά βιβλία για την Γερμανική κατοχή από Έλληνες συγγραφείς, θεωρώ πως αυτό είναι από τα πιο ιδιαίτερα και τα πιο χαρακτηριστικά βιβλία της εποχής. Έχει μια ιδιαίτερη και χαρακτηριστική διαδρομή πλοκής που ξεφεύγει από τα συνηθισμένα. Μιας και η πλοκή του έχει μια κεντρική ιστορία, αλλά ταυτόχρονα απλώνει τα πλοκάμια της σε όλες τις μικρές ή πιο μεγάλες ιστορίες της κατοχής.
Στο βιβλίο "Για μια χούφτα αλεύρι" ο συγγραφέας αναμειγνύει υπέροχα τα υλικά πραγματικών γεγονότων και μυθοπλασίας και μας παρουσιάζει ένα ξεχωριστό λογοτεχνικό ντοκιμαντέρ για τα χρόνια της Κατοχής στο νησί της Αίγινας. Και είναι σημαντική η επιλογή του, μιας και η Αίγινα είναι μια από τις περιοχές της χώρας μας που χτυπήθηκαν ανελέητα τα χρόνια της κατοχής.
Ταυτόχρονα επιλέγει μέσα απο τους κεντρικούς του ήρωες να φανερώσει όλες τις αντιφατικές και συγκρουόμενες συμπεριφορές στα χρόνια του πολέμου. Και αυτές των κατεχόμενων, αλλά και αυτές των κατακτητών. Και αυτές των ηρώων αλλά και αυτές των δωσίλογων. Ακόμα και αυτές τις μικρές ιστορίες του εξαναγκασμού επάνω σε μια ιδεολογία που είναι άλλη τον καιρό της ειρήνης, και εξαναγκάζεται σε μετάλλαξη τα χρόνια του πολέμου.
Στην αρχή του βιβλίου συναντάμε τον νεαρό Γιόζεφ. Έναν νέο γεμάτο όνειρα και δίψα για γνώση. Έναν νέο που τα όνειρα καίγονται μαζί με τα αγαπημένα του βιβλία. Τα ανεπιθύμητα βιβλία έρχονται σε κόντρα με το φως της πυράς που τα καίει. Καθ' υπόδειξη και διαταγή του πατέρα του, γίνεται και αυτός εξάρτημα μιας αδίστακτης πολεμικής μηχανής που αφαιμάζει ανθρώπους από κάθε συναίσθημα από κάθε ιδέα. Μπορεί όμως όσο και να συμπιεστεί, όσο και να ξεγελαστεί το μυαλό, να αλλοιώσει την δύναμη της ψυχής; Πόσο δυνατή μπορεί να είναι μια πλύση εγκεφάλου; Μπορεί να μετατρέψει μια όμορφη ψυχή σε δολοφονική μηχανή;
Αυτό είναι το παιχνίδι που ακολουθεί το βιβλίο η δοκιμή της ψυχής. Η αντοχή της καρδιάς που άλλοτε λυγίζει και άλλοτε ατσαλώνεται. Άλλοτε διαφθείρεται και άλλοτε εξυψώνεται.
Ο Γιόζεφ ακολουθεί τον πατέρα του τον σκληροπυρηνικό διοικητή του Χίτλερ, στην Αίγινα. Για να συναντήσουμε από την μια την ανήλεή δίψα του κατακτητή να επιβληθεί και από την άλλη την λαχτάρα των ντόπιων για αντίσταση, να ξεχυθεί. Και εδώ θα φανεί προκλητικά η αντίθεση η κυνική. Η αντίθεση η συγκλονιστική ανάμεσα σε εικόνες και συναισθήματα. Σε κουλτούρα, σε αντίσταση και σε παράδοση, Σε γενναιότητα και σε προδοσία.
"Πατριώτες και προδότες. Ήταν όλοι εκεί το επόμενο πρωί στην κηδεία του πρώτου ήρωα της κατοχικής Αίγινας"
Μέσα από την εξαιρετική επιλογή των στιγμιότυπων της ζωής των κατοίκων της κατοχικής Αίγινας ο αναγνώστης βλέπει νοερά μπροστά του να κινείται σαν υδατογράφημα διττό και ανεξίτηλο από την μια η μαύρη σβάστικα και από την άλλη το λευκό αλεύρι. Από την μια ο θάνατος από την άλλη η ζωή. Από την μια οι παραιτημένοι και των δυο πλευρών και από την άλλη οι αντιστεκόμενοι και των δυο πλευρών. Σε μια παράταξη μάχης με σκοπό να βάψουν και να εξαφανίσουν το μαύρο του θανάτου με το λευκό της ζωής. Μέσα από όλο αυτό το σκηνικό αναδεικνύεται η δύναμη και το σθένος. Αλλά και όλα εκείνα τα στοιχεία που συμβολίζουν ταυτόχρονα υλικά αγαθά, αλλά και αξίες ζωής. Υλικά όπως το αλεύρι και το λάδι. Αυτά που τον καιρό του πολέμου λερώνονται με αίμα. Αυτά που στερήθηκαν όσο τίποτα οι άνθρωποι εκείνη την εποχή. Αλλά και αξίες και θεσμοί που έρχονται σε κόντρα. Η επιβίωση θα κοντραριστεί πολλές φορές απέναντι στον θεσμό της οικογένειας και της πατρίδας. Απέναντι στο καθήκον και στην προσφορά.
Ο λόγος κινηματογραφικός κάνει ενσταντανέ επάνω στα τραγικά πρόσωπα και σε αυτά που συμβολίζουν. Όταν διαβάζεις για τις σοδιές των φιστικιών που γίνονται χωρίς γέλια και με βουρκωμένα μάτια. Με χείλη σφραγισμένα. Με μοναδικό ήχο, τον ήχο των φυστικιών που πέφτουν επάνω στα απλωμένα σεντόνια. Για να γίνουν βορά των κατακτητών. Όταν εστιάζεις στην σκηνή που ο κυρ Δημήτρης φωνάζει τη γυναίκα του, για να της δώσει το λιγοστό λάδι που κατάφερε να πάρει όχι για το φαγητό τους, αλλα για το καντήλι του παιδιού τους. Όταν αφουγκράζεσαι τον βουβό πόνο των γυναικών και των δυο πατρίδων που χάνουν τα παιδιά τους, τους φίλους τους, τους δικούς τους ανθρώπους. Τα πάντα τονίζουν την αόρατη διελκυστίνδα από πράξεις και συναισθήματα και ζυγίζονται σε μια ζυγαριά που ζυγίζει αποφάσεις και επιλογές.
Για μια χούφτα αλεύρι η ζωή παίζεται κορώνα γράμματα. Για μια χούφτα αλεύρι που ξεφτιλίζει κάθε πόλεμο και καταλύει κάθε κίβδηλη ανωτερότητα. Οι σκελετωμένοι αντάρτες που φθείρουν σιγά σιγά την πολεμική μηχανή του φασισμού. Αλλά και μια μερίδα Γερμανών που βρίσκουν το κουράγιο και την δύναμη να δείξουν την ανθρωπιά τους και το ανάστημα τους. Ανυπέρβλητο και ισχυρό για να ξεπλύνει έστω και λίγο τις αμαρτίες των συναδέρφων τους.
Έννοιες και αξίες παίρνουν την δικιά τους θέση μέσα στις σελίδες του Βιβλίου. Για να διαχωρίσουν Πατρίδα και ιδανικά. " Η δικιά σου Πατρίδα δεν είναι η Γερμανία. Η δικιά σου πατρίδα είναι ο Ναζισμός." Πολλές αντίστοιχες καυστικές αναφορές ανάμεσα σε αυτούς που θυσιάστηκαν και σε αυτούς που ξεπουλήθηκαν τον καιρό του πολέμου. Εξαιρετικός ο διαχωρισμός ανάμεσα στους Έλληνες δωσίλογους και τους εκμεταλλευτές της κάθε συγκυρίας, όχι μόνο τότε, αλλά πάντοτε. " Δεν είχαμε μόνο τους Έλληνες προδότες των Ελλήνων. Είχαμε και τους Έλληνες προδότες των ανθρώπων." Θύματα επιβίωσης αλλά και εγωιστικής απληστίας.
Ένας φόρος τιμής σε ήρωες που η ιστορία δεν θυμάται το όνομα τους, αναγνωρίζει όμως με περηφάνεια τις ηρωικές πράξεις τους.
Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΜΙΧΑΛΗ ΣΙΔΕΡΗ
Η Συνέντευξη που μου έδωσε ο συγγραφέας για το βιβλίο του.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου